Βεροίᾳ

Βεροίᾳ
Βεροίᾱͅ , Βεροία
fem dat sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Βέροια — Βεροία fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βέροια — Πόλη (42.910 κάτ.) της κεντρικής Μακεδονίας, πρωτεύουσα του νομού Ημαθίας από τη σύστασή του (1946) και έδρα του ομώνυμου δήμου. Η πόλη είναι χτισμένη στους ανατολικούς πρόποδες του Βερμίου, σε υψόμετρο 130 μ. Χαρακτηριστικά της παλιάς πόλης… …   Dictionary of Greek

  • Βέροια — Sp Vèrija Ap Βέροια/Veroia L Š Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Βέροια — η πόλη της Μακεδονίας, πρωτεύουσα του νομού Ημαθίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βεροίας — Βεροίᾱς , Βεροία fem acc pl Βεροίᾱς , Βεροία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μινωίδης, Μηνάς — (Βέροια 1790 – Παρίσι 1860). Φιλόλογος. Δίδαξε στη Βέροια και στις Σέρρες. Όταν ξέσπασε η επανάσταση εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Εκεί εργάστηκε αρχικά ως δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας και στη συνέχεια διετέλεσε διερμηνέας στο γαλλικό υπουργείο… …   Dictionary of Greek

  • Ανεζίνη-Λεράκη, Γεωργία — (Βέροια 1941 –). Νομικός και συγγραφέας, σύζυγος του λογοτέχνη Κυριάκου Λεράκη. Σπούδασε στη νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στα γράμματα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1976 με τη συλλογή διηγημάτων Τα πικρά και τα… …   Dictionary of Greek

  • Καραγιάννη, Μαρία — (Βέροια 1935 –). Ζωγράφος και λογοτέχνης. Σπούδασε στη νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αλλά ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και ιδιαίτερα με την ποίηση. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1973 με την… …   Dictionary of Greek

  • Κωττούνιος, Ιωάννης — (Βέροια 1572 – Πάντοβα 1657). Λόγιος, φιλόσοφος και ιδρυτής του Κωττουνιανού Ελληνομουσείου της Πάντοβα. Ήταν γιος του Δημήτριου Κωττούνιου, ο οποίος καταγόταν από τα Κύθηρα, αλλά είχε κρητικές ρίζες. Οι πληροφορίες για τα πρώτα χρόνια της ζωής… …   Dictionary of Greek

  • Μηνωΐδης, Μηνάς — (Βέροια ή Έδεσσα 1790 – Παρίσι 1860). Λόγιος. Δίδαξε αρχικά στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε έπειτα στο Παρίσι, όπου διορίστηκε διερμηνέας στο υπουργείο Εξωτερικών. Εξαιτίας της πολυμάθειας και του ακέραιου χαρακτήρα του, κέρδισε την αγάπη και την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”